H Πινακοθήκη Γρηγοριάδη παρουσιάζει μία από τις σημαντικότερες εκθέσεις αυτών των ημερών καθώς ο Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος επιμελείται μια κοινή παρουσίαση έργων των τριών κορυφαίων που «έφυγαν» σε μια επώδυνη συγκυρία: Γιάννης Βαλαβανίδης, Γιάννης Κουνέλλης, Δημήτρης Μυταράς και ο τίτλος της έκθεσης “In memoriam, Formae”. Ξεκίνησε στις 29 Μαρτίου και θα διαρκέσει εώς στις 28 Μαΐου.
Ο επιμελητής της έκθεσης Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος γράφει: “Με αφορμή μία επώδυνη συγκυρία ας μιλήσουμε γι’ αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο που κάνει μία εικόνα ζωγραφική. Να αναφερθούμε στη μορφή, σαν το στοιχείο που προσδιορίζει, στο έργο της ζωγραφικής, τη δύναμη και τη διάθεση του περιεχομένου. Κάνοντας κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται η προσφυγή σε μία ηθική αφήγηση. Και οι τρεις καλλιτέχνες θα συμφωνούσαν σε ένα πράγμα: το στοιχείο του περιεχομένου μπορεί να είναι ό,τι θέλει, καταγγελτικό, λυρικό, μεταφυσικό, περιγραφικό κ.λ.π. Όμως αυτό σε τελική ανάλυση θα το καθορίσει η μορφή. Ο καθένας τους χρησιμοποιεί ένα ιδιαίτερο ιδιόλεκτο. Αλλά ποιο είναι το κοινό στοιχείο που κομίζουν; Μας τονίζουν ότι είναι η μορφή που υποδέχεται το περιεχόμενο, η ίδια είναι το περιεχόμενο. Σε αυτήν θα αναζητήσουμε τα γλωσσικά στοιχεία του έργου. Το έργο τους, όπως κάθε πραγματική ζωγραφική, είναι η επερώτηση πάνω στη μορφή.
Ο Βαλαβανίδης αποδεσμευμένος από τον απλοϊκό ρεαλισμό σκέφτεται τη μορφή (τουλάχιστον στα πρόσωπα που φιλοξενούνται) δομικά. Του ιδίου άρεσε να επαναλαμβάνει «Να ισορροπείς τις προθέσεις σου, την τάξη σου, τότε προκύπτει η ομορφιά». Την περιγράφει με έναν ψυχρό, σχεδόν φαινομενολογικό τρόπο. Έτσι μας βοηθά να κατανοήσουμε πως διαμεσολαβούνται τα μέρη του έργου μεταξύ τους και πως τα μέρη με το όλο.
Ο Κουνέλλης προστρέχει, στη σειρά των έργων που παρουσιάζονται, σε μία έννοια του βιώματος, δίνοντας έμφαση στην υπαρξιακή διάσταση, επιλέγοντας φόρμες από την παράδοση του εξπρεσιονισμού. Ο ίδιος περίγραφε με μεγάλη σαφήνεια τα βήματα για την αποτύπωση αυτού του βιώματος: «Στην αρχή ήταν ο καπνός πάνω στο τζάμι του παραθύρου μιας εξοχικής κατοικίας, και πίσω διακρίνονταν το τοπίο και τα σπίτια του μικρού χωριού… Έτσι σκέφτηκα ν’ αφαιρέσω με τα δάχτυλα τον καπνό που κάλυπτε σχεδόν τελείως το τζάμι του παραθύρου και να σχεδιάσω, μ’ αυτό τον τρόπο και με μεγάλη ταχύτητα, πρόσωπα… Με την ίδια διαδικασία και με υγρό μελάνι, πάντοτε χρησιμοποιώντας τα δάχτυλα, σχεδίασα πάνω στην πέτρα τα φαντασμαγορικά πρόσωπα που θυμόμουν από την εποχή εκείνου του καπνισμένου παραθύρου στην εξοχή».
Ο Μυταράς διαρκώς προστρέχει στη σχέση που παρουσιάζεται μέσα σε ένα έργο, ανάμεσα σε σημεία εντασιακά και σημεία μη εντασιακά. Το καθήκον της μορφής είναι να τα παρατηρεί, να βλέπει τη διαλεκτική ή τις ασυνέχειές τους. Επιθυμεί να αναρωτηθούμε: πως πραγματοποιείται η λύση των συγκρούσεων; Και τελικά, χρειάζεται να πραγματοποιηθεί σε ένα έργο μία τέτοια λύση;
Η έκθεση με έργα των τριών καλλιτεχνών στην Πινακοθήκη Γρηγοριάδη είναι βέβαια, In memoriam, αλλά να θυμηθούμε, και άρα να μιλήσουμε για ποιο πράγμα; In memoriam, Formae, αποτελεί την καλύτερη διατύπωση.